Ἕλληνες λογοτέχνες. Ῥένος Ἀποστολίδης - βιογραφία. Τὰ νεανικά του χρόνια. Βαρβάκειο. Φιλοσοφική Ἀθηνῶν. Πνευματικὲς ἐπιδράσεις του: Ἡράκλειτος, Πλάτων, Θουκυδίδης, Δημοσθένης, κι ἀπὸ τὴν εὐρωπαϊκὴ λογοτεχνία-φιλοσοφία πάνω ἀπ' ὅλους ὁ Ντοστογέβσκι, Τολστόι (κυρίως μέσῳ Η.Ν.Α.), Κάντ, Σπινόζα, Σοπενάουερ, Στίρνερ, Νίτσε (στὶς γενναῖες "προσωκρατικές" θεωρήσεις του, μὰ καὶ τὴν ὅλη του ἰδιοσυγκρασία), Μπέρξον, καὶ μόνον ἀπ' τὰ τέλη τοῦ '70 πιὰ Κάφκα... Ἡ γερμανικὴ Κατοχή.
Γιὸς τοῦ γεννημένου στὸν Πύργο τῆς Βουλγαρίας γνωστοῦ δημοσιογράφου κι ἀνθολόγου Ἡρακλῆ Ν. Ἀποστολίδη (1893-1970), λόγιου μ' εὐρύτατη παιδεία, εἰδικώτερα δὲ βαθιὰ φιλοσοφικὴ κατάρτιση, καθὼς καὶ μεταφραστῆ ἀπὸ τὰ γαλλικὰ καὶ τὰ ρωσικά.
Ὁ Ρένος Ἀποστολίδης μὲ τὸν πατέρα του Ἡρακλῆ, στὸ γραφεῖο τῆς Μηθύμνης, τὸ 1968.
Σκεπτικιστής κι ἀγνωστικιστής, ὁ Ἡρακλῆς, τσακωμένος στὰ δεκαπέντε του μὲ τὸν πάμπλουτο αὐταρχικὸ πατέρα του, λόγῳ τῆς ἀνάμιξής του σ' ἀναρχικὲς παρέες, φεύγει στὴν Κωνσταντινούπολη ὅπου δραστηριοποιεῖται στὸ ἀναρχοσυνδικαλιστικὸ κίνημα καὶ δημοσιεύει τὰ πρῶτα του κείμενα, συμπληρώνει στὰ Γιάννενα τὶς γυμνασιακές του σπουδὲς στὴ Ζωγράφειο καὶ καταλήγει τὸ 1911 στὴν Ἀθήνα. Φύση ἀγωνιστικὴ κ' ἐπαναστατική, μπαίνει στὴ μαχητικὴ δημοσιογραφία, μὲ πλούσια κοινωνικο-πολιτικὴ ἀρθρογραφία. Πολὺ νέος ἀρχισυντακτεύει στό "Ριζοσπάστη" (1917-9, πρὶν μετατραπῇ σὲ κομματικὸ ὄργανο), ἀργότερα στὴν ἀναρχική "Ἄμυνα" (1920), περνάει ἀπὸ μιὰ σειρὰ ἐφημερίδων, μ' ἀποκορύφωμα τὴν ἀρχισυνταξία στήν "Ἠχὼ τῆς Ἑλλάδος" (1935), ἀπ' τὴν ὁποίαν ἀρθρογραφεῖ κατὰ τοῦ βενιζελισμοῦ ὅσο καὶ τῶν "Λαϊκῶν", πρωτίστως δὲ κατὰ τοῦ Ἰ. Μεταξᾶ, παραιτούμενος ἀμέσως μόλις ἡ ἐφημερίδα διανοεῖται φιλοβασιλικὴ στροφή. Ἱδρυτικὸ μέλος τῆς ΕΣΗΕΑ καὶ συντάκτης τῶν βασικῶν ἄρθρων τοῦ πρώτου της Καταστατικοῦ, καθαρὰ ἀναρχοσυνδικαλιστικοῦ χαρακτήρα. Ἐπὶ δώδεκα χρόνια ὑπῆρξε γενικὸς γραμματέας Συντάξεως τῆς "Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας" (1924-36) τοῦ Πυρσοῦ. Ἱδρυτὴς τῆς φερώνυμης Ἀνθολογίας (1933) καὶ διευθυντὴς τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης (1942-57).
Διαφορετικὸς χαρακτήρας ὁ μικρός του γιός, ὁ Ῥένος, ἀτίθασος ἀπὸ παιδί, ἀλλ' ἄριστος πάντα μαθητής, μυήθηκε πολὺ νωρὶς ἀπ' τὸν πατέρα του στὸ διάβασμα, πρωτίστως Ἀρχαίων (Πλάτωνα, Θουκυδίδη, Δημοσθένη κ.ἄ.), βασικῆς σύγχρονης φιλοσοφίας (Χιούμ, Μπέρκλεϋ, Κάντ, Σπινόζα, Σοπενάουερ, Νίτσε, Μπέρξον, Κρισναμούρτι κ.ἄ.), κορυφαίων ποιοτήτων (Ντοστογέβσκι, Τολστόυ, Γκόγκολ, Ἴψεν, Στρίντμπεργκ, Μπγιόρτσον κ.ἄ.), μὰ κύρια τῶν "ἀμφισβητιῶν"... Ὁ Ἡρακλῆς τὸν ἔμπασε καὶ στοὺς δρόμους γιὰ τὴν προσπέλαση τῶν μεγάλων Νομιναλιστῶν καὶ τῶν θεωρητικῶν τῆς Ἀναρχίας καὶ τοῦ Μηδενισμοῦ τοῦ 19ου αἰώνα. (Στίρνερ, Κροπότκιν, Μπακούνιν, Προυντόν, Γκοντζάρωφ κ.ἄ.)
Στὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς, μαθητὴς τοῦ Βαρβακείου ὁ Ῥένος καὶ φοιτητὴς τῆς Φιλοσοφικῆς μετά, μένει στὴ Μπλὲ τῶν Ἐξαρχείων, κ' εἶναι στὸ κέντρο τῆς παρέας τῶν Ἀγησιλαίων (μὲ τούς: Ἄλ. Σχινᾶ, Γ. Κατεβαίνη, Ἰ. Καμπανέλλη, Π. Σπηλιωτόπουλο, Κ. Παπαϊωάννου, Κ. Ἀξελό, Ν. Ματσούκα, Δ. Ρικάκη, Φρ. Κάραμποτ, κ.ἄ.), καθὼς ἱστορεῖ κι ὁ ἴδιος στὸ Κατηγορῶ, στὴν Ἄλλη Ἱστορία, στὸ διήγημα "Τί εἶναι καὶ τί θέλουν οἱ Ἀγησιλαῖοι", στὰ σχόλια τῆς 6ης ἔκδ. τῆς Πυραμίδας 67, κ.ἀ.
Ἀνένταχτο κ' ἐπαναστατικὸ πάντα πνεῦμα, μετέχει σ' ἀντιγερμανικὲς διαδηλώσεις (λ.χ. τὴ γνωστὴ τῆς 5ης Μαρτίου '43). Μετὰ τὸ τέλος τῆς Κατοχῆς καὶ τοῦ Δεκέβρη τοῦ '44 (ὅπου, βέβαια, μετεῖχε ἐνεργὰ στὴ διαδήλωση τῆς 3-12-44, στὸ Σύνταγμα, ἀλλὰ δὲν ἀνακατεύτηκε μὲ καμμιά παράταξη τῆς Ἀριστερᾶς), βγάζει τὸ πρῶτο του βιβλίο μὲ τρία δοκίμια (Τρεῖς σταθμοὶ μιᾶς πορείας, 1945), ἐκφράζοντας τὴν κρισναμουρτική-γκαντικὴ θέση τοῦ "ὅλως τρίτου", κατ' ἐπίδρασιν καὶ τοῦ πατέρα του - θέση ποὺ πάντως ποτέ δὲν ἀπαρνήθηκε...