Ὁ λόγος του εἶναι κατεξοχὴν βιωματικός, γενικὰ μακροπερίοδος, κ' ἐκ τῶν πραγμάτων δύσκολος. Ἤδη τὰ πρῶτα του πεζὰ μετὰ τὴν Πυραμίδα 67, τοῦ κύκλου τοῦ MaxTod, ἀρχίζουν ν' ἀποτελοῦν μέρος ἑνὸς εὐρύτατου "διαλόγου" μὲ τοὺς μύστες τοῦ Ῥένου: τὸν Ἡράκλειτο, τὸν Ἐμπεδοκλῆ, τὸν Πλάτωνα, τὸν Κάντ, τὸ Νίτσε, τοὺς ἑνιστές, τοὺς νομιναλιστές, τὸν Ἕγελο μὲ τὴν Ἰδέακαὶ τὴν Ἱστορίατου, πού "περπατᾶνε στὸν κόσμο" μόνες τους... Ὡστόσο εἶναι ἄμεσος καὶ προεχόντως προφορικός, φωνητικός θὰ λέγαμε, μὲ ἰδιαιτέρως προσεγμένη ἐπεξηγηματικὴ στίξη καὶ τονισμό, ποὺ ἀπ' τὴν ἄλλη φωτίζει μὲ πρωτοφανῆ εὐκρίνεια καὶ τὴν παραμικρὴ λεπτομέρεια ὁποιουδήποτε νοήματος, φράσης, λέξης, ὑποψίας. Φυσικά κ' εἶναι πυκνός, πυκνότατος... Ὅλα τὰ κείμενά του εἶναι ἀπολύτως σαφῆ, μήν ἀφήνοντας κανένα περιθώριο παρεξήγησης, ἀμφισβήτησης, ἤ ἀλλοίωσης τοῦ ἀκριβοῦς νοήματός τους.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ πὼς τὰ βιβλία του, ἀπ' τὰ διηγήματά του ὥς τὴν Ἀνθολογία καὶ τὸν Droysen, εἶναι ἰδιαίτερα πυκνοτυπωμένα, χωρίς διάστιχα, μ' ἐλάχιστα περιθώρια. Δὲν τοῦ ἄρεσαν, καθὼς ἔλεγε, τὰ κενά, οἱ σιωπές, οἱ διαστάσεις... Ἔγραφε ἀπ' τὴ μιά ὥς τὴν ἄλλη ἄκρη τῆς ἀράδας, γεμίζοντάς την ἐξαντλητικά, χωρὶς νὰ τῆς ἀφήνῃ περιθώριο ἀνάσας! Ὄργανο γραφῆς του, ἀπ' τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ '60 εἶχε ἡ περίφημη βαριά σιδερένια γραφομηχανή του Underwood5, στὴν ὁποία εἶχε κάνει σωρεία μετατροπῶν, ἀφαιρῶντας ἄχρηστα σύμβολα καὶ προσθέτοντας εἰδικὰ πλῆκτρα μὲ βαρεῖες κι ὅλους τοὺς πιὸ ἀπίθανους τονικοὺς συνδυασμούς. Ὅπως εἶναι γνωστό, ἤδη ἀπ' τὴν ἐποχὴ τῆς Ἀνθολογίας, τὸ 1970, εἶχε εἰσαγάγει ἕνα δικό του τονικὸ σύστημα γιὰ νὰ ὑπηρετῇ ἀκριβέστερα τὴ χροιὰ τοῦ λόγου καὶ τὴν ἀνάγνωση δύσκολων κειμένων - πρωτίστως δὲ τῶν δικῶν του. Εἰδικώτερα, ἐνῶ χρησιμοποιοῦσε καὶ τοὺς τρεῖς τόνους (περισπωμένη, ὀξεῖα, βαρεῖα), δὲν ἀκολουθοῦσε πάντα τὸν τυπικὸ γραμματικὸ κανόνα (ἡ βαρεῖα μπαίνει πάντα στὴ λήγουσα, ἐκτὸς ἂν ἕπεται σημεῖο στίξεως), παρὰ ὀξυτόνιζε στὴ λήγουσα ὅταν ἤθελε ἤ ν' ἀνεβάσῃ τὸν τόνο, ἤ νὰ ἐπιστήσῃ τὴν προσοχή, ἤ καθ' οἱονδήποτε τρόπο νὰ εἰδοποιήσῃ γιὰ τὴ διαφοροποίηση τῆς ἐκφορᾶς τοῦ λόγου. Ἔπειτα, ἔκανε ἐκτεταμένη χρήση ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν σημείων στίξεως, ἔχοντας ἐμπλουτίσει κιόλας τὴν ὑπάρχουσα γκάμα τους μὲ τὸ ἑνωτικό (μιὰ πολύ μικρὴ παῦλα δηλαδή), μὰ καὶ ὁδηγῶντας τὸν ἀναγνώστη μὲ ἀπόλυτη ἀκρίβεια καὶ ἐπίγνωση ἐκεῖ ποὺ ἤθελε... Στὴν παλιὰ Τυπογραφία μὲ τήν "κάσσα", οἱ στοιχειοθέτες, καθὼς τὸ γράφει κι ὁ ἴδιος σαρκαστικὰ στὸ Κατηγορῶ(σ. ι΄, 2) χρειαζόταν νὰ κάνουν εἰδικὴ παραγγελία εἰσαγωγικῶν, σημείων στίξεως ἤ Λειψίας,"μαύρων" κ.λ...
Μὲ τὸ Γιάννη Σταύρου, 2003.
Αριστερά: Στὸ ἐργαστήριο τοῦ ζωγράφου.
Δεξιά: Στὸ γραφεῖο τοῦ Ῥένου.
Καθόταν πάντα στὸ γραφεῖο του, ἐπιμελῶς τακτοποιημένο, μὲ καθαρισμένο τὸ τζάμι, χωρὶς τίποτε τὸ περιττὸ ἀπάνω. Ὅλες τὶς ὧρες, εἴτε δουλειᾶς, εἴτε ὅταν μίλαγε, κουβέντιαζε, διάβαζε (δικά του κείμενα, ἤ Ποίηση - Καβάφη πιὸ συχνά, Καρυωτάκη, Σολωμό, Κάλβο, Παλαμᾶ, Ρίτσο, Παπατζώνη, Μαλακάση, Ἄβλιχο, Ζ. Παπαντωνίου, Καββαδία κ.ἄ.), εἴτ' ὅταν ἔπαιζε ἀτελείωτες ὧρες σκάκι μὲ τὸν Μ. Jordan (ἀπογευματινὴ βάρδια), τὸν Γλ. Κοτταρᾶ (βραδινή) ἢ τὸ Ζαννῆ Μαργέτη (μεταμεσονύκτια), δὲν ὑπῆρχε γι' αὐτὸν σαλόνι ἤ καναπέδες! Σὰν ἐρχόταν κόσμος στὸ σπίτι του, κάθε ἀπόγευμα σχεδόν, μὰ κυρίως τὰ Σάββατα, στὴ Μηθύμνης, στρυμώχνονταν γύρω ἀπ' τὸ γραφεῖο του, ἀνταγωνιζόμενοι γιὰ τὶς πιὸ κοντινές, "προνομιακές" θέσεις. Λιγώτερο ἤ περισσότερο συχνοὶ ἐπισκέπτες, ἀπ' τὰ χρόνια τῆς Δικτατορίας καὶ δῶθε, πέραν τῶν "αὐτονόητων" Κ. Θ. Παπαλεξάνδρου καὶ Π. Τακόπουλου οἱ νέοι: Κ. Κουμπέτσος, Κ. Μάστρακας, Κ. Σοφιανός, Γ. Πατίλης, Ν. Νικητόπουλος, Ἄρης Μπερλῆς, Ἀλ. Παπαθανασοπούλου, Γ. Συμεώνογλου, Β. Δανέζη, Ν. Κεσμέτη, Ἕ. Στριγγάρη, Μ. Κατσίγερας κ' οἱ ὡριμότεροι: Κ. Μπαστιάς, Ἄθως καὶ Κικὴ Δημουλᾶ, Μάρ. Χάκκας, Φ. Μπαρλᾶς, Τ. Ζερβός, Τ. Ροῦσσος, Γ. Τσιάκαλος, Γ. Δάρτζαλης, Δ. Τσάκωνας, Ν. Νικολαΐδης, Κ. Μανωλκίδης, Δ. Φλωράκης, μὰ καὶ οἱ Ν. Καροῦζος, Ν. Φωκᾶς, Ὀδ. Ζούλας, Τ. Γιαννόπουλος, Β. Φόρης, Δῆμος Μούτσης, καὶ τὰ κατοπινὰ χρόνια, στὴ Μονῆς Κύκκου, πέραν τῶν παλιότερων, οἱ Ζ. Κουντούρη, Μ. Μαρκαντωνάτου, Β. Γεωργοπούλου, Γ. Δρανδάκης, ὁ Κ. Φέρρης, μὰ καὶ τὰ νέα παιδιά: Β. Δουβαλέρης, Ἀφρ. Φροσύνη, Εὐ. Παναγιωτόπουλος, Σ. Μετεβελής, κ.ἄ.
Ἔβλεπε τοὺς πάντες. Ὥς μέσα τους, βαθιά, ὥς τὸ ἔσχατο κύτταρό τους, ὥς τὴν τελευταία λεπτομέρεια, προβλέποντας καὶ τὴν ἐξέλιξή τους, τὴ στάση τους στὸν κόσμο... Ἔδινε, ἀφειδῶς, ἀκόμα κι ὅταν ἦταν βέβαιος πὼς δέ θ' ἀντέξουν τό "βαρὺ φορτίο" καὶ θὰ συμβιβαστοῦν. Καὶ πόσοι δὲν τόκαναν! Ὅμως, προσπαθοῦσε νάν' ἡ συνείδηση ὅλων καὶ καθενός χωριστά. Κάποιοι παῖρναν καὶ φεῦγαν... Ἀπ' τὸν ἑαυτό του μποροῦσε νὰ ξεφύγῃ κανείς. Ἀπ' τὸ Ῥένο, ποτέ! Ἔλεγε, γελῶντας: "Τὰ κρανία σας εἶναι διάφανα!", ἐννοῶντας ὅλους ἐκείνους ποὺ καὶ ξεκάθαρα δεῖξαν κατόπιν τὴν ἰδιοτέλειά τους. Παραταῦτα, αὐτοὶ ποὺ πέρασαν διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου ἀπ' τή "Σχολή" τοῦ Ῥένου, φέρουν σημάδια ἀνεξίτηλα - ὥς κ' οἱ ἀρνητές. Φυσικά, ἐκεῖνοι πού "ἐκτέθηκαν" κάηκαν, τὸ πλήρωσαν, δυσκόλεψαν τὴ ζωή τους, ἐνῶ ἄλλοι βρέθηκαν καὶ στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Συστήματος, παριστάνοντας πὼς ποτέ τους δέ βρέθηκαν σ' αὐτὸ τὸ χῶρο...
Τὰ τελευταῖα, πάντα δημιουργικὰ χρόνια, θὰ συνεχίσῃ ν' ἀσχολῆται μὲ τὴ συγγραφὴ καὶ τὴν ἀναστήλωση τοῦ μνημειώδους ἔργου τοῦ Droysen, τὴ συνέχιση τῆς Ἀνθολογίας, καὶ τὴ σύνθεση τῆς αὐτοβιογραφικῆς Οὐλάν Μπατόρ.